λαμπράν, τήν
Ερμηνεία:
[λαμπρός, -ά, -όν (αστραφτερός, φωτεινός, ακτινοβόλος, αυτός που λάμπει , γυαλίζει, απαστράπτει]
Ετυμολογία:
[(Όμηρ) λάμπω < λαμπρός]
Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση:
.... καπετάνισσα, ὡραῖα,τριακοντούτις γυνή, µὲ λαµπρὰν περιβολή, καὶ κόκκινα. µεταξωτὰ ὑποκάµισσα ...[Ἄσπρη σὰν τὸ χιόνι]
Ἐκεῖ συνηντήσαµετὴν λαµπρὰν παρέαν τοῦ καπετάν-Κωνσταντῆ τοῦ Μυτιληνιοῦ [Ἄσπρη σὰν τὸ χιόνι]
Συνώνυμα:
© Δρ. Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Οδοντίατρος, Ωτορινολαρυγγολόγος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών
Άλλες λέξεις στην κατηγορία Παπαδιαμάντης Α.:
|